Πώς οι φθηνές επενδύσεις σώζουν τα παιδιά του κόσμου

Αγόρια και κορίτσια από την Ινδία στο δρόμο για το σχολείο του Doeli στο Sawai Madhopur, Rajasthan, Βόρεια Ινδία, 2011

Του Charles Kenny

Κάθε χρόνο περίπου 15 εκατομμύρια γονείς υφίστανται την απώλεια ενός παιδιού προσχολικής ηλικίας. Στις 14 και 15 Ιουνίου, υπουργοί υγείας από περισσότερες από 80 χώρες, με τη συμμετοχή της υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Χίλαρι Κλίντον και του Εκτελεστικού Διευθυντή της UNICEF Anthony Lake, συναντήθηκαν στην Ουάσινγκτον και εξέδωσαν μία πρόσκληση για δράση σε μια παγκόσμια προσπάθεια για την καταπολέμηση της παιδικής θνησιμότητας. Ο στόχος τους είναι κάθε χώρα στον κόσμο να μειώσει τον αριθμό των παιδιών που πεθαίνουν πριν την ηλικία των πέντε σε λιγότερο από 2% έως το 2035.

Είναι ένας φιλόδοξος στόχος. Το σημερινό παγκόσμιο μέσο ποσοστό θνησιμότητας για παιδιά κάτω των πέντε ετών είναι σχεδόν το 6%, ενώ στην υποσαχάρια Αφρική είναι διπλάσιο. Η επίτευξη του στόχου 2% σημαίνει την εξάλειψη του αριθμού των θανάτων παιδιών κάτω των πέντε ετών παγκοσμίως σε ποσοστό σχεδόν 75% κάθε χρόνο. Και όμως υπάρχει λόγος για να είμαστε αισιόδοξοι ότι ένας τέτοιος στόχος μπορεί να επιτευχθεί. Κι αυτό γιατί παρατηρείται σταδιακή μείωση της παιδικής θνησιμότητας τις τελευταίες δύο δεκαετίες, ενώ η διεθνής αναπτυξιακή βοήθεια έπαιξε σημαντικό ρόλο στην μείωση αυτή.

Σύμφωνα με τη Unicef, ο αριθμός των θανάτων ηλικίας κάτω των πέντε έχει μειωθεί δραματικά, από 12 και πλέον εκατομμύρια το 1990 σε 7,6 εκατομμύρια σε 2010. Η πρόοδος υπήρξε ιδιαίτερα ενθαρρυντική στην Αφρική. Ο Gabriel Demombynes και η Sofia Trommlerova της Παγκόσμιας Τράπεζας εκτιμούν ότι το ποσοστό των παιδιών στην περιοχή που πέθανε πριν κλείσει τα πέμπτα του γενέθλια έπεσε πάνω από 4% ανά έτος από το 2000 έως το 2010. Στην πενταετία μεταξύ 2005 και 2010, η θνησιμότητα παιδιών έως πέντε ετών στη Σενεγάλη μειώθηκε 40%.

Η αιτία πίσω από όλη αυτή την πρόοδο σχετικά με την υγεία των παιδιών είναι η αυξημένη χρήση των φθηνών παρεμβάσεων υγείας, όπως είναι τα εμβόλια και οι εντομοαπωθητικές κουνουπιέρες, οι οποίες βοηθούν στην πρόληψη της εξάπλωσης της ελονοσίας, κρατώντας μακριά τα κουνούπια. Στην Κένυα, από το 2003 έως το 2008, η θνησιμότητα παιδιών κάτω των πέντε ετών μειώθηκε από 7,7 σε 5,2% και οι Demombynes και Trommlerova υποθέτουν ότι πάνω από το ήμισυ της μείωσης αυτής μπορεί να οφείλεται αποκλειστικά στις κουνουπιέρες.

Ποια διδάγματα μπορούμε να αντλήσουμε από αυτή την επιτυχία; Ένα είναι ο αδιαμφισβήτητος ρόλος της αναπτυξιακής βοήθειας στη βελτίωση της παγκόσμιας υγείας και κυρίως η προσπάθεια να εφαρμόσουμε αυστηρή αξιολόγηση για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας αυτής της βοήθειας. Ο αριθμός των παιδιών που πέθαναν επειδή κόλλησαν ιλαρά μειώθηκε από 477.000 το 2000 σε 114.000 το 2010 -χάρη κατά μεγάλο μέρος στην Παγκόσμια Συμμαχία για τα Εμβόλια και τους Εμβολιασμούς (GAVI), που ιδρύθηκε από δωρητές το 2000 με σκοπό να χρηματοδοτεί προγράμματα εμβολιασμού στις 70 φτωχότερες χώρες του κόσμου.

Παρομοίως, στα πρώτα χρόνια της νέας χιλιετίας, η συζήτηση μαίνονταν στην κοινότητα της ανάπτυξης για το αν ήταν αποτελεσματική η διανομή κουνουπιέρων. Οι επικριτές φοβούνταν ότι αν τις παρείχαν δωρεάν, οι κουνουπιέρες δεν θα έχαιραν εκτίμησης. Χρησιμοποιούσαν ως παράδειγμα περιπτώσεις όπου οι δωρεάν κουνουπιέρες χρησιμοποιούνταν με τρόπους που ήταν αδύνατο να περιορίσουν την ελονοσία – όπως ως νυφικά πέπλα, για παράδειγμα. Αλλά μια σειρά από δοκιμές σε τυχαία δείγματα -όπου η διανομή κουνουπιέρων γίνονταν με κλήρωση – διαπιστώθηκε επανειλημμένα ότι οι δωρεάν αυτές κουνουπιέρες χρησιμοποιούνταν όπως προβλεπόταν από 60% έως 90% των περιπτώσεων. Τα αποτελέσματα αυτά έδειξαν ότι η διανομή δωρεάν κουνουπιέρων θα ήταν ένα ισχυρό και οικονομικά αποτελεσματικό όπλο για την καταπολέμηση της ελονοσίας. Δωρητές ανταποκρίθηκαν και ο αριθμός των επεξεργασμένων με εντομοκτόνο κουνουπιέρων που χρησιμοποιήθηκαν στην υποσαχάρια Αφρική αυξήθηκε από 5,6 εκατομμύρια το 2004 σε 145 εκατ. το 2010, σύμφωνα με την UNICEF.

Όλα αυτά δείχνουν ότι η υλοποίηση του στόχου μείωσης της παιδικής θνησιμότητας στο 2% έως το 2035 δεν είναι μόνο εφικτή αλλά και οικονομικά προσιτή. Οι τέσσερις πιο συχνές αιτίες θανάτου μικρών παιδιών είναι η πνευμονία, η διάρροια, επιπλοκές από πρόωρο τοκετό και η ασφυξία κατά τη γέννα. Οι περισσότεροι από αυτούς τους θανάτους μπορούν προληφθούν εύκολα και φθηνά. Οι περιπτώσεις πνευμονίας θα μειωθούν χάρη σε ένα νέο εμβόλιο, το οποίο δημιουργήθηκε με την υποστήριξη της GAVI. Άλλες περιπτώσεις μπορούν να αντιμετωπιστούν με αντιβιοτικά. Οι περισσότεροι θάνατοι από διάρροια μπορούν να προληφθούν με τη χρήση πόσιμου διαλύματος ενυδάτωσης – ένα μείγμα αλατιού, ζάχαρης και νερού. Και το ποσοστό θνησιμότητας τόσο από επιπλοκές κατά τον πρόωρο τοκετό όσο και από ασφυξία κατά τον τοκετό μπορεί να μειωθεί με την παρουσία ειδικευμένου προσωπικού κατά τη γέννα, όπως μίας μαίας ή ενός γιατρού.

Η μείωση των ποσοστών θνησιμότητας, ωστόσο, δεν είναι μόνο θέμα χρημάτων και τεχνικών παροχών. Απαιτεί επιπλέον οι γονείς να αλλάξουν τη στάση τους, απέναντι στον εμβολιασμό των παιδιών τους για παράδειγμα ή στην αυξανομένη δερματική επαφή με τα νεογέννητα. Αυτού του είδους οι αλλαγές μπορεί να πάρουν χρόνο. Και όμως, δοκιμές σε τυχαία δείγματα που χρηματοδοτήθηκαν από δωρεές έχουν δείξει ότι με τα σωστά κίνητρα, όπως τσάντες με φακές ως αντάλλαγμα για εμβολιασμούς ή άσκηση πίεσης από αξιοσέβαστα άτομα του χωριού σχετικά με τη φροντίδα των νεογέννητων παιδιών, η συμπεριφορά μπορεί να αλλάξει γρήγορα. Χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά παιδικής θνησιμότητας έχουν πολύ καλύτερες επιδόσεις από τις μακροπρόθεσμες τάσεις κατά τα τελευταία 20 χρόνια ήδη – εν μέρει χάρη στα προγράμματα βοήθειας.

Σε έναν ιδανικό κόσμο, η παιδική θνησιμότητα θα ήταν τόσο σπάνια στις φτωχές χώρες όσο και στις πιο πλούσιες χώρες. Τα καλά νέα είναι ότι, με σχετικά μικρή βοήθεια και μια μικρή αλλαγή στη συμπεριφορά μας μέσα στις επόμενες δεκαετίες, αυτό η ιδανική εικόνα μπορεί να γίνει πραγματικότητα.



Ο Kenny είναι υπότροφος του Κέντρου για την Παγκόσμια Ανάπτυξη και του Ιδρύματος New America.


Πηγή: capital.gr

You may also like...

Leave a Reply