Άρης Σερβετάλης: “Μου άρεσε που δεν ήξερα τίποτα”

Ο δημοφιλής ηθοποιός επιστρέφει στη μεγάλη οθόνη με τη νέα ταινία του Γιώργου Λάνθιμου, τις (ήδη) βραβευμένες “Άλπεις”
Στη νέα ταινία του Λάνθιμου μετά τον υποψήφιο για Όσκαρ “Κυνόδοντα”, ο Σερβετάλης υποδύεται τον αρχηγό της μυστικής οργάνωσης Άλπεις (η κωδική του ονομασία μες στο γκρουπ, αν αναρωτιέσαι, είναι φυσικά Mont Blanc). Τα μέλη των Άλπεων εντοπίζουν οικογένειες που έχουν μόλις χάσει κάποιο αγαπημένο μέλος τους, και αναλαμβάνουν να το ‘αντικαθιστούν’, να το υποδύονται αν προτιμάς, ώστε οι συγγενείς να νιώθουν λιγότερο πόνο.
Οι “Άλπεις” είναι η 3η συνεργασία του νεαρού ηθοποιού με τον Λάνθιμο, μετά την “Κινέττα” του 2006 και τον θεατρικό “Πλατόνοφ” του Τσέχοφ. Μιλήσαμε με τον Σερβετάλη για τη σχέση του με τον βραβευμένο σκηνοθέτη, για τους ρόλους που του αρέσει να διαλέγει, μας εξήγησε γιατί προτιμά την πρόβα από την παράσταση και μας είπε για την πλύση εγκεφάλου που κάνει η τηλεόραση.
Και αφού συζητήσαμε για το αν η ελευθερία μπορεί να μας δεσμεύει και για τις αρετές της άγνοιας στο τέλος, λύσαμε και το ζήτημα: Είναι οι ταινίες του Λάνθιμου έργα που εκπροσωπούν επάξια την Ελλάδα στο εξωτερικό;
(Ναι. Ναι, φυσικά και είναι. Αλλά ο Σερβετάλης εξηγεί καλύτερα το γιατί.)
Διάβασε τη συνέντευξη μετά το (ιδιοφυές) teaser της ταινίας.
Σε 6 χρόνια έχετε κάνει 3 συνεργασίες με τον Γιώργο Λάνθιμο. Τι είναι αυτό που σας κάνει να επιστρέφετε ο ένας στον άλλον;
Kαταρχήν ξεκίνησε η συνεργασία μας με την “Κινέττα”, μια πολύ ωραία εμπειρία και πρωτόγνωρη. O τρόπος που γυρίστηκε, οι συνθήκες, το πώς κωδικοποιήσαμε κάποια πράγματα. Και μου άρεσε πάρα πολύ το μικρό συνεργείο, έχει μια ομορφιά όταν γυρίζεις μια ταινία με αυτό τον τρόπο.
Αυτή η συνεργασία προέκυψε μετά από δυο χρόνια όπου είχες απομακρυνθεί, ύστερα από πετυχημένες σειρές μάλιστα.
Είχα πάρει μια απόσταση και ουσιαστικά ο Λάνθιμος με ξανάβαλε σε μια διαδικασία. Κι από εκεί νομίζω αναπτύχθηκε κάτι, προφανώς μπορούμε να επικοινωνήσουμε με κάποιο τρόπο και γι’αυτό έγιναν και οι συνεργασίες οι επόμενες.
Η συμμετοχή σου στις “Άλπεις” πώς προέκυψε;
Πέρασα από μια ακρόαση για δοκιμαστικά, γιατί ήθελε προφανώς να δει ο συγκεκριμένος ρόλος πώς θα ήταν με εμένα και πώς θα ήταν με κάποιους ανθρώπους άλλους. Κάναμε αυτά τα δοκιμαστικά και μου είπε ότι προχωράμε μαζί. Ξέρει λίγο πολύ ο ένας τον άλλον, υπάρχει κώδικας επικοινωνίας, και σε αυτή τη φάση δε μ’άφηνε να διαβάσω το σενάριο…
Μόνο το ρόλο σου δηλαδή;
Προφανώς δεν επιθυμούσε για το συγκεκριμένο έργο να εμβαθύνουμε περισσότερο, προτιμούσε να βγει αυτή η αμηχανία, σε πρώτο επίπεδο να είναι κάπως μονοδιάστατο. Αλλά μου άρεσε το γεγονός ότι δεν ήξερα σχεδόν τίποτα και κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων μπαίναμε σε μια διαδικασία, και σιγά σιγά έρχονταν όλα.
Το έργο ούτως ή άλλως είναι πολύ ελλειπτικό στην αφήγηση, δε σου λέει εξαρχής τι γίνεται, σε αφήνει να το καταλάβεις.
Νομίζω έτσι έγινε από την αρχή και για εμάς! (γελάει)
Πώς είναι η κατάσταση ‘από πίσω’, στα γυρίσματα, σε μια ταινία του Λάνθιμου;
Είμαστε πάλι ένα πολύ μικρό συνεργείο, υπάρχει ησυχία και συγκέντρωση. Και μια σχετική ελευθερία, δηλαδή είναι μέσα σε κάποια πλαίσια και σε κάποιους κανόνες.
Ο Λάνθιμος είναι από τους σκηνοθέτες που έχουν μια πολύ συγκεκριμένη εικόνα…
…μια κατεύθυνση…
…για το τι θέλει να βγάλει από τον κάθε ηθοποιό. Πώς το βλέπεις εσύ αυτό ως ηθοποιός, το να δουλεύεις με έναν τέτοιο σκηνοθέτη;
Όσο και να φαίνεται ότι είναι πολύ αυστηρό, σου αφήνει μεγάλη ελευθερία, αλλά μέσα σε κάποια πλαίσια. Αν τηρηθούν αυτά τα πλαίσια… εγώ δεν έχω να σου πω ότι με περιορίζει κάτι. Θεωρώ ότι η ελευθερία όταν σου δίνεται απλόχερα ίσως να είναι και πολύ δεσμευτική, ενώ όταν έχει μέσα και κάποιους κανόνες ή κάποια όρια, αυτά σε αποδεσμεύουν λίγο. Δεν έχω νιώσει δηλαδή καταπίεση στα γυρίσματα, ούτε στο θέατρο.
Πόσο διαφορετικά λειτουργείς όταν κάνεις θέατρο;
Είναι διαφορετική η φύση τους. Στο θέατρο έχεις πολλούς μήνες να κάνεις πρόβες και να δοκιμάσεις και να εξερευνήσεις πράγματα και να ερευνήσεις πράγματα. Έχω την αίσθηση ότι στον κινηματογράφο προσπαθείς να βρεις κάποιες αληθινές στιγμές, που να έχουν κάτι το αυθόρμητο, ίσως ακόμα και την αμηχανία. Είναι ανάλογα και το έργο. Και στην τηλεόραση τα πράγματα σφίγγουν πάρα πολύ, οι χρόνοι είναι πολύ σύντομοι, δεν έχεις το περιθώριο να προετοιμαστείς, επομένως λειτουργείς πιο πολύ με το ένστικτο και με μια φόρμα. Γιατί καλώς ή κακώς η τηλεόραση έχει μια δική της φόρμα, που ελπίζω κάποια στιγμή να σπάσει.
Η ταινία μεταξύ άλλων μιλάει για τους ανθρώπους ως ηθοποιούς στην καθημερινότητά τους, για το πώς ο καθένας βρίσκει ρόλους να τον γεμίζουν. Δεν είναι περίεργο καμιά φορά να το κάνεις αυτό επαγγελματικά;
Δεν γίνομαι κάποιος άλλος, απλώς προσπαθώ να μπω στη διαδικασία, να μπω στα χαρακτηριστικά που έχει ο κάθε χαρακτήρας. Να δω αν καταρχήν έχω εγώ αυτά τα χαρακτηριστικά, κι αν δεν τα έχω, πώς θα ήμουν αν τα είχα! Πώς είναι, επομένως, αυτό που κάνει ο καθένας μας με τον κοινωνικό του ρόλο; Εγώ βάζω τον εαυτό μου σε μια διαδικασία να γίνεται ταμίας, δημοσιογράφος, δικηγόρος, ληστής, προπονητής.
Ποιον ρόλο ξεχωρίζεις από όσους είχαν προηγηθεί των “Άλπεων”;
Δε μπορώ να το ξεχωρίσω γιατί στο καθένα προσπάθησα να δώσω ένα κομμάτι του εαυτού μου. Για τις συνθήκες όμως και τον τρόπο δουλειάς, η “Κινέττα” ίσως επειδή ήταν η πρώτη μου τέτοια εμπειρία, είναι χαραγμένη. Ήταν ιδιαίτερη κατάσταση.
Η συνεργασία με τον Παπαϊωάννου πώς ήταν;
Πολλή έρευνα! Στο “ΔΥΟ” ας πούμε κάναμε πολλούς μήνες πρόβα, ακόμα και σεμινάριο μες στις πρόβες. Είναι πιστεύω ένας καλλιτέχνης που ξέρει πολύ καλά το αντικείμενο, που συνέχεια ψάχνει να βρει καινούρια πράγματα και σε βάζει και σένα σε μια παρόμοια διαδικασία. Έχει αυτό το χάρισμα να σου μεταδίδει την όρεξη και τη διάθεση για έρευνα.
Πώς ασχολήθηκες αρχικά με την ηθοποιία;
Τυχαία. Δεν είχα κάποια έφεση, ούτε από μικρός σχολείο έλεγα ποιήματα ή έπαιζα σε θεατρικά. Κάπως ήρθαν έτσι τα πράγματα και πήγα στη σχολή.
Σχέση με το σινεμά όταν ήσουν πιο μικρός είχες;
Όχι, τίποτα.
Είναι πιο δύσκολο αν δεν έχεις τέτοιου είδους ερεθίσματα;
Ίσως να έχει τα καλά του και τα άσχημά του. Εγώ το είδα ως ένα παιχνίδι, ήμουν πιο αγνός, το αντιμετώπιζα ως ένα απλό παιχνίδι που παίζω, όπως με την παρέα μου. Άλλοι είχαν περισσότερες γνώσεις και ίσως μεγαλύτερη παιδεία ως προς τις ταινίες, τα θεατρικά, τις ερμηνείες, εγώ δεν είχα τέτοιο οπλοστάσιο. Προσπάθησα να αποκτήσω κατά τη διάρκεια των σπουδών μου.
Το να γίνεσαι αναγνωρίσιμος μέσω της τηλεόρασης και το να ταυτίζεσαι με ένα ρόλο, πώς το αντιμετώπισες;
Έτσι κι αλλιώς η τηλεόραση είναι ένα μέσο που σου κάνει πλύση εγκεφάλου με τα πρόσωπα που προβάλλει. Πρέπει να μπορείς να λες, “Ωραία, έγινε αυτό, πήγε καλά ή δεν πήγε καλά, και να προχωράς”.
Μετά το “Είσαι το Ταίρι Μου” και τον Παπακαλιάτη δεν είχες προσφορές για άλλες δουλειές σε τηλεόραση ή σινεμά;
Είχα, απλά μου άρεσε εξαρχής το θέατρο, να κάνω πολλή πρόβα. Μου αρέσει πολύ η διαδικασία της πρόβας και ίσως λιγότερο των παραστάσεων. Μου αρέσει να παίρνω μέρος σε παραστάσεις που γίνεται μια διαδικασία έρευνας.
Στις “Άλπεις” φαντάζομαι ότι δεν υπήρχε μια τέτοια μεγάλη διαδικασία.
Δεν υπήρχε, προσπαθείς όμως να συμβιβαστείς με το γεγονός πως στον κινηματογράφο, σε αυτό το έργο τουλάχιστον, δεν λειτουργείς έτσι. Προσπαθείς να φωτογραφήσεις μια στιγμή αμηχανίας, μία δυσκολία, κάτι που να μην είναι προκαθορισμένο. Κάτι ακατέργαστο. Προσπαθείς να αποτάξεις από πάνω σου την τεχνική, ό,τι ξέρεις, να φαίνεται σα να μην ξέρεις. Ίσως μερικοί άνθρωποι που δεν έχουν σχέση με την υποκριτική, στον κινηματογράφο να είναι καλύτεροι από μας, γιατί αποτυπώνουν έναν αυθορμητισμό. Μπορεί εμείς να είμαστε εγκλωβισμένοι σε μια ωραιοπάθεια και να μην αφήνουμε τα πράγματα αφιλτράριστα, και πολλές φορές αυτό χαλάει τη σχέση σου με τον χαρακτήρα.
Οι “Άλπεις” και γενικότερα πολλές από αυτές τις ταινίες του νέου ελληνικού κύματος, καταφέρνουν να μοιάζουν αρκετά παγκόσμιες. Του Λάνθιμου σίγουρα. Δεν περιορίζονται δηλαδή στο χρόνο και στα γεγονότα της στιγμής, δεν δένονται στο εδώ ή στο τώρα.
Εμένα μου αρέσει αυτό. Γενικότερα έχω ακούσει να λένε ότι “αυτή η ταινία είναι ελληνική αλλά δε μου αρέσει γιατί δεν αντικατοπτρίζει την ελληνική κοινωνία” και “για ποιο λόγο μας εκπροσωπεί στο εξωτερικό” κλπ. Δε μπορώ να το καταλάβω αυτό. Είναι ένας Έλληνας δημιουργός που γύρω του είναι Έλληνες καλλιτέχνες που έχουν συμμετάσχει σε αυτό, και ασχολούνται με ένα θέμα που δεν είναι αποκλειστικά για την ελληνική κοινωνία, είναι σχεδόν πανανθρώπινο. Αφορά γενικότερα τον άνθρωπο και ουσιαστικά προσπαθεί να εξερευνήσει την ανθρώπινη διάσταση με τη δική του οπτική. Δηλαδή δε μπορεί να είναι ελληνική ταινία αν μιλήσει ο δημιουργός της για το θάνατο ή για τη γέννηση; Τι είναι αυτό, είναι κάτι άλλο; Δε νομίζω ότι οι ελληνικές ταινίες πρέπει να καταπιάνονται μόνο με την ελληνική πραγματικότητα. Γιατί; Για να προβληθεί η Ελλάδα; Δηλαδή δεν προβάλλεται η Ελλάδα μέσα από τον Έλληνα δημιουργό; Ή πρέπει να δείξουμε για άλλη μια φορά την Ακρόπολη;
Και τον εμφύλιο.
Ας υπάρχει κι αυτό. Αλλά ας υπάρχει και κάτι άλλο, όχι μόνο αυτό.
* Οι “Άλπεις” του Γιώργου Λάνθιμου θα προβάλλονται στις αίθουσες από την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου.
Πηγή: cosmo.gr